ἀξιοθέῳ

ἀξιοθέῳ
ἀξιόθεος
worthy of God
masc/fem/neut dat sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Αξιοθέω — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Μαθήτρια του Πλάτωνα και του Σπευσίππου από τη Φλοιούντα (5ος αι. π.Χ.). Είχε τόσο γοητευτεί από την ανάγνωση των έργων του πρώτου, ώστε ήρθε στην Αθήνα και μεταμφιεσμένη σε άντρα παρακολουθούσε τα μαθήματά του. 2.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”